3 Ιανουαρίου 2024

Η έκπτωση ενός "βασιλιά"


 Όχι, δεν μιλάω για κάποιον γαλαζοαίματο που έχασε ξαφνικά το θρόνο του. Απλώς, ο πρόσφατος θάνατος του Χρήστου Λέντζου, του ανθρώπου που συνέδεσε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον το όνομά του με τον φραπέ, μου έδωσε την αφορμή και το έναυσμα να γράψω κάτι για τον καφέ που για πολλά χρόνια ήταν ο αδιαφιλονίκητος "βασιλιάς" του καφέ στην Ελλάδα.

Ο φραπέ ή "φραπές" επί το λαϊκότερον, ξεκίνησε ως μια επινόηση του Δημήτρη Βακόνδιου το 1957 και για πολλά χρόνια κυριάρχησε στις προτιμήσεις των Ελλήνων, αρχικά ως καφές της νεολαίας και κατόπιν ως καφές των πάντων. Ουσιαστικά πρόκειται για μια παραλλαγή του ζεστού στιγμιαίου καφέ, του νες όπως έχει επικρατήσει να τον λέμε στην Ελλάδα (άλλη ενδιαφέρουσα ιστορία αυτή, πώς δηλαδή το όνομα μιας μάρκας καφέ ταυτίστηκε με το ίδιο το είδος).

Ο Βακόνδιος ήταν υπάλληλος της "Νεστλέ", της εταιρείας που είχε φέρει τον στιγμιαίο καφέ "νεσκαφέ" στην Ελλάδα. Το Σεπτέμβριο του 1957 στον χώρο της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης θέλησε να φτιάξει έναν καφέ αλλά μη έχοντας πρόχειρο ζεστό νερό χτύπησε λίγο νεσκαφέ με κρύο νερό και ζάχαρη κι έτσι... γεννήθηκε ο φραπέ! Αυτός είναι και ο λόγος που η Θεσσαλονίκη θεωρείται η... γενέτειρα του φραπέ, και ο καφές αυτός έχει γίνει έμβλημα της πόλης μαζί με το κουλούρι Θεσσαλονίκης και τη μπουγάτσα.

Το νέο είδος καφέ διαδόθηκε αμέσως ταχύτατα μεταξύ της νεολαίας ενώ οι μεγαλύτερες ηλικίες, μαθημένες στον παραδοσιακό "ελληνικό" τον αντιμετώπισαν, όπως ήταν φυσικό, με δυσπιστία. ("Κρύος καφές με παγάκια που πίνεται με καλαμάκι; Μα είναι καφές αυτός;")

Το μαγαζί του Λέντζου στο Παγκράτι που άνοιξε ως ζαχαροπλαστείο το 1964, από το 1971 και μετά εξειδικεύτηκε στην παρασκευή του φραπέ και έγινε διάσημο για τον φραπέ του. Μπήκε ακόμα σε τραγούδι του 1982, δια χειρός Μανώλη Ρασούλη και δια στόματος Δημήτρη Κοντογιάννη:


Είχαν κυκλοφορήσει απίθανες θεωρίες και φήμες για το υποτιθέμενο μυστικό της συνταγής του, που έκανε τον φραπέ του Λέντζου ιδιαίτερα πλούσιο και με κρεμώδη αφρό: μπέικιν πάουντερ, αυγό, μαρέγκα, κρέμα γάλακτος και άλλα πολλά είχαν προταθεί κατά καιρούς από διάφορους ως δήθεν μυστικά υλικά της συνταγής του φραπέ. Τελικά η αλήθεια, όπως αποκάλυψε κάποια στιγμή ο ίδιος, ήταν πολύ απλή και δεν είχε καμία σχέση με όλα αυτά. Ο Λέντζος χτύπαγε τον φραπέ του σε μεγάλο γυάλινο μπλέντερ με ενισχυμένη δόση καφέ και ζάχαρης και αυτή η ισχυρή ανάδευση μέσα στο γυάλινο σκεύος σε συνδυασμό με την έξτρα ποσότητα καφέ και ζάχαρης ήταν αυτή αυτή που έδινε στον φραπέ του Λέντζου το πλούσιο "σώμα" και τον πηχτό αφρό που έμενε ακίνητος για ώρες.

Δεν θα μπω σε τεχνικές λεπτομέρειες όπως αν είναι καλύτερος ο φραπέ από το σέικερ ή από τη φραπιέρα, πόσα παγάκια είναι ιδανικό να έχει, ποιο είναι το κατάλληλο ποτήρι σερβιρίσματος, αν είναι καλύτερος ο "μαύρος" ή το φραπόγαλο κλπ. κλπ., γιατί τότε θα έπρεπε να γράψω άλλο ένα άρθρο. Άλλωστε αυτά είναι λεπτομέρειες για τους πολύ ψαγμένους και στην τελική ανάλυση πολλά από αυτά είναι και θέμα προσωπικού γούστου.

Στις δεκαετίες που ακολούθησαν ο φραπέ κυριάρχησε στις προτιμήσεις του κόσμου και ταυτίστηκε με την Ελλάδα, αφού οι Έλληνες που ταξίδευαν στο εξωτερικό μάταια αναζητούσαν το αντίστοιχο του φραπέ στις καφετέριες των ευρωπαϊκών πόλεων και αδημονούσαν να επιστρέψουν για να απολαύσουν τη "φραπεδιά" τους.

Συντρόφεψε μαθητές στις πρώτες τους "κοπάνες". Έγινε εμβληματικό ρόφημα σε φοιτητικά στέκια, εν μέσω ατέρμονων συζητήσεων και αναλύσεων. Ταυτίστηκε με τα περίφημα "καμάκια" των δεκαετιών του '70 και του '80. Κράτησε παρέα σε φαντάρους στη σκοπιά, σε οδηγούς που ταξίδευαν, σε ναυτικούς που έκαναν βάρδια, σε πάσης φύσεως ξενύχτες που αναζητούσαν κάτι δυνατό να τους κρατήσει σε εγρήγορση.

 Ο λόγος της δημοφιλίας που γνώρισε ο φραπέ είναι η απλότητα και η ευκολία στην παρασκευή:

  • Δεν χρειάζεσαι ζεστό νερό για να τον φτιάξεις.
  • Δεν χρειάζεσαι ιδιαίτερο εξοπλισμό ούτε ηλεκτρικό ρεύμα.
  • Τα υλικά του είναι πολύ απλά και υπάρχουν παντού: καφές, ζάχαρη και κρύο νερό.
  • Μπορείς επομένως να τον φτιάξεις οπουδήποτε, στο σπίτι, στη δουλειά, στην εκδρομή, στην παραλία, στο κάμπινγκ... 

Την εποχή μάλιστα στης παντοδυναμίας του φραπέ είχε κυκλοφορήσει και έτοιμος φραπέ που πουλιόταν στα... περίπτερα. Ήταν ένα πλαστικό κυπελάκι με καπάκι, που έπαιζε και τον ρόλο του σέικερ, και περιείχε καφέ και ζάχαρη στις επιθυμητές αναλογίες που τα χτύπαγες απλά με κρύο νερό και... απολάμβανες. Χαμηλής ποιότητας βέβαια, αλλά έκανε θραύση μια εποχή σε χώρους μαζικών συναθροίσεων κόσμου, γήπεδα, συναυλίες κλπ. και γενικά σε χώρους όπου δεν είχες την πολυτέλεια για κάτι καλύτερο. 


Ένα διάστημα, εκεί προς τα τέλη τως '70ς, υπήρχε η συνήθεια σε κάποια μαγαζιά να σου σερβίρουν το φραπέ σκέτο και σου φέρνουν δίπλα το φακελάκι με τη ζάχαρη για να ρίξεις όση ήθελες. Ευτυχώς η "μόδα" αυτή δεν κράτησε πολύ και γρήγορα επανήλθαμε στην "κανονικότητα". Γιατί όπως καλά καταλαβαίνουν και οι μη γνωρίζοντες, αυτό που προέκυπτε δεν ήταν ακριβώς φραπέ, αλλά ένα θλιβερό υποκατάστατο, όπου η ζάχαρη δεν έλυωνε με τίποτα παρά το μανιώδες ανακάτεμα με το καλαμάκι, και οι κόκκοι της κριτσάνιζαν ανατριχιαστικά στα δόντια σου.

Η πρώτη κάμψη άρχισε να έρχεται από τα τέλη της δεκαετίας του '80, όταν ο εσπρέσσο και ο καπουτσίνο είχαν αρχίσει να διεισδύουν δυναμικά στην ελληνική αγορά. Ωστόσο η κυριαρχία του φραπέ κράτησε μερικά χρόνια ακόμα γιατί ο εσπρέσσο και ο καπουτσίνο είχαν δύο βασικά μειονεκτήματα: ήταν δύσκολοι στην παρασκευή τους, αφού απαιτούσαν ειδικό μηχάνημα για να γίνουν, και ήταν ζεστοί καφέδες, ενώ ο φραπέ έπαιζε ακόμα μπάλα χωρίς αντίπαλο στο γήπεδο του κρύου καφέ. Αυτό μέχρι λίγο μετά το 2000 περίπου, όταν η ανακάλυψη και η διάδοση του φρέντο έδωσε την χαριστική βολή στον φραπέ.

Στα χρόνια που ακολούθησαν η αλματώδης διάδοση του φρέντο εκτόπισε σταδιακά τον φραπέ από παντού. Στην αρχή από τα μαγαζιά, που συναγωνίζονταν σε ποιότητες και χαρμάνια εσπρέσσο, ενώ οι... εκλεπτυσμένοι ουρανίσκοι των πελατών αναζητούσαν συνεχώς νέες γεύσεις και απέρριπταν μετά βδελυγμίας τον φραπέ, που τον θεωρούσαν βαρύ για το στομάχι και κατώτερης ποιότητας καφέ. Στο τέλος τον εκτόπισε και από τα σπίτια, όπου ο κάθε λάτρης του καφέ που σεβόταν τον εαυτό του, αποκτούσε την δική του οικιακή εσπρεσσομηχανή και έφτιαχνε τον δικό του φρέντο, ή πολύ απλά κατέφευγε στη λύση του κατ' οίκον ντελίβερυ, που πλέον είχε γίνει κανόνας.

Πριν από 2-3 χρόνια συνειδητοποίησα ότι ο φραπέ έχει πεθάνει στην αγορά (ή τουλάχιστον είναι ημιθανής), όταν παρήγγειλα έναν φραπέ σε μεγάλη "μουράτη" καφετέρια και μου έφεραν ένα πράγμα που δεν θύμιζε σε τίποτα φραπέ, ούτε κάν καφέ. Και είναι απόλυτα λογικό αυτό, αφού τα πιτσιρίκια των 20-25 χρόνων που δουλεύουν πίσω από τη μπάρα (οι αυτοαποκαλούμενοι "μπαρίστες") μόνο φρέντο έχουν γνωρίσει στη ζωή τους.

Έτσι λοιπόν ο άλλοτε "βασιλιάς" που συντρόφεψε αρκετές γενιές Ελλήνων για πολλά χρόνια, έχει προ πολλού απωλέσει τον θρόνο του. Σήμερα κοντεύει να γίνει μουσειακό είδος στις καφετέριες και η σωστή παρασκευή του επαφίεται πλέον σε κάποιους λίγους "μερακλήδες", που είτε κατ' οίκον είτε σε κάποια περιφερειακά μαγαζιά εξακολουθούν να επιμένουν... παραδοσιακά!





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Ιστορικές" ατάκες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου: ένα άτυπο top-10

Ο παλιός ελληνικός κινηματογράφος των δεκαετιών '50, '60 και εν μέρει '70 είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο στην πολιτιστική ζωή αυτής...