Ο Άλκης Αλκαίος είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση στιχουργού-ποιητή στο ελληνικό τραγούδι. Και είναι ιδιαίτερη γιατί έχει και μια ιδιαίτερη, πικρή προσωπική ιστορία. Ό Άλκης Αλκαίος (πραγματικό όνομα Βαγγέλης Λιάρος) γεννήθηκε στην Κοκκινιά Θεσπρωτίας το 1949 και έζησε τα παιδικά του χρόνια στην Πάργα. Ο ίδιος έλεγε ότι ο Βαγγέλης είναι γέννημα Κοκκινιώτης και θρέμμα Παργινός, ενώ ο Άλκης είναι γέννημα και θρέμμα Παργινός. Ξεκίνησε να γράφει στίχους από τα μαθητικά του χρόνια έχοντας ως πρότυπο τον Κώστα Καρυωτάκη. Άλλωστε η πρώτη του επαφή με το κοινό, έστω και σε τοπικό επίπεδο, υπήρξε μια διάλεξη που έδωσε στην Πάργα, αρχές του 1967, μαθητής ακόμα, με θέμα "Κώστας Καρυωτάκης: Ο ποιητής που αγαπήθηκε και μισήθηκε" υπό την αιγίδα του Δήμου Πάργας.
Σπούδασε στη Νομική της Αθήνας και ανέπτυξε αντιδικτατορική δράση, με αποτέλεσμα να συλληφθεί από τη χούντα και να βασανιστεί άγρια. Τα βασανιστήρια του άφησαν μόνιμες βλάβες στην υγεία του αφού είχε έκτοτε σοβαρά νευρολογικά και κινητικά προβλήματα που οξύνθηκαν με τα χρόνια λόγω και ενός αυτοάνοσου που του παρουσιάστηκε.
Ο Μίλτος Πασχαλίδης, φίλος και συνεργάτης του, έχει γράψει το βιβλίο "Αγύριστο κεφάλι-Ο Άλκης Αλκαίος που γνώρισα". Εκεί αποκαλύπτει και μια συγκλονιστική ανθρώπινη ιστορία: «Τους δυο βασανιστές του ο Αλκαίος τους συνάντησε κάποτε. Τον ένα στην Ευελπίδων, έξω από μια αίθουσα δικαστηρίου. Ήταν αστυνομικός. Ο Άλκης τον γνώρισε αμέσως. Του λέει “Με θυμάσαι;” Ο άλλος δεν τον κατάλαβε. “Κάτι μου θυμίζεις αλλά δεν είμαι σίγουρος. Μήπως υπηρετήσαμε μαζί φαντάροι;” Ο Άλκης χαμογέλασε και του είπε: “Έχεις δίκιο. Μαζί υπηρετήσαμε. Μόνο που εσύ ήσουν από πάνω και εγώ από κάτω”. Έκανε μεταβολή και έφυγε. Τον άλλο τον πέτυχε στο καράβι. Ήταν μαζί με τον αδελφό του Γρηγόρη ο οποίος του λέει: “Δειξ' τον μου τον πούστη να τον σκίσω”. Δεν του τον έδειξε. Έκανε μόνο μια κίνηση με το δεξί χέρι. “Προχώρα, δεν έχει σημασία”».
Ο Αλκαίος έχει συνδέσει άρρηκτα το όνομά του με τον Θάνο Μικρούτσικο αφού υπήρξε ο κύριος συνεργάτης του στη δισκογραφία. Στην μουσική και στις μελωδίες του Μικρούτσικου άλλωστε χρωστούν πολλά από τα τραγούδια του την αναγνωρισιμότητά τους από το ευρύ κοινό.
Έκανε το ντεμπούτο του στην ελληνική δισκογραφία με το τραγούδι "Φλεβάρης 1848" στον δίσκο "Τα τραγούδια της λευτεριάς", το 1978, σε μουσική Θάνου Μικρούτσικου. Μέσα σε μια εποχή έντονης πολιτικοποίησης ο Αλκαίος γράφει πολιτικό τραγούδι. Η μεγάλη "έκρηξη" όμως έρχεται με το δίσκο "Εμπάργκο", πάλι του Μικρούτσικου, το 1982. Εκεί η ποίηση του Αλκαίου συναντά τον σουρεαλισμό και το όνειρο:
Έκανε το ντεμπούτο του στην ελληνική δισκογραφία με το τραγούδι "Φλεβάρης 1848" στον δίσκο "Τα τραγούδια της λευτεριάς", το 1978, σε μουσική Θάνου Μικρούτσικου. Μέσα σε μια εποχή έντονης πολιτικοποίησης ο Αλκαίος γράφει πολιτικό τραγούδι. Η μεγάλη "έκρηξη" όμως έρχεται με το δίσκο "Εμπάργκο", πάλι του Μικρούτσικου, το 1982. Εκεί η ποίηση του Αλκαίου συναντά τον σουρεαλισμό και το όνειρο:
Με μια πιρόγα φεύγεις και γυρίζεις
τις ώρες που αγριεύει η βροχή
στη γη των Βησιγότθων αρμενίζεις
και σε κερδίζουν κήποι κρεμαστοί
μα τα φτερά σου σιγοπριονίζεις...
τις ώρες που αγριεύει η βροχή
στη γη των Βησιγότθων αρμενίζεις
και σε κερδίζουν κήποι κρεμαστοί
μα τα φτερά σου σιγοπριονίζεις...
..............................................................
Κάθε που πίνω απ' την πηγή σου
κάτι μου καίει τον ουρανίσκο
ψάχνω στο φως μα δε σε βρίσκω
μες στην αδιάκοπη ροή σου.
Δεν έπρεπε να 'σουν φωτιά
μόνο ένα κρίνο του πελάγου
να σ' αποκλείσω στη στεριά
με μοχθηρία αρχαίου μάγου
Ο δίσκος αυτός υπήρξε και η πρώτη δική μου επαφή με το έργο του. Το "Ερωτικό" και "Η πρωινή ή βραδινή σερενάτα" με έβαλαν στον κόσμο του Άλκη Αλκαίου και μου "φώναξαν" ότι εδώ έχουμε κάτι εντελώς νέο, έναν στίχο τελείως διαφορετικό.
Το 1983 βγαίνει και η μόνη ποιητική συλλογή του με τίτλο "Εμπάργκο-Ποιήματα".Το 1984 συμμετέχει με δύο τραγούδια του στον δίσκο του Νότη Μαυρουδή "Στην όχθη της καρδιάς μου". Μεταξύ αυτών το "Πρωινό τσιγάρο", ένα μικρό ποιητικό και μουσικό αριστούργημα:
Χαράζει η μέρα και η πόλη έχει ρεπό
στη γειτονιά μας καπνίζει ένα φουγάρο
κι εγώ σε ζητάω σαν πρωινό τσιγάρο
και σαν καφέ πικρό και σαν καφέ πικρό
Άδειοι οι δρόμοι δε φάνηκε ψυχή
και το φεγγάρι μόλις χάθηκε στη Δύση
και γω σε γυρεύω σαν μοιραία λύση
και σαν Ανατολή και σαν Ανατολή
Βγήκε ο ήλιος το ράδιο διαπασών
μ’ ένα χασάπικο που κλαίει για κάποιον Τάσο
κι εγώ σε ποντάρω κι ύστερα πάω πάσο
σ’ ένα καρέ τυφλών σ’ ένα καρέ τυφλών
στη γειτονιά μας καπνίζει ένα φουγάρο
κι εγώ σε ζητάω σαν πρωινό τσιγάρο
και σαν καφέ πικρό και σαν καφέ πικρό
Άδειοι οι δρόμοι δε φάνηκε ψυχή
και το φεγγάρι μόλις χάθηκε στη Δύση
και γω σε γυρεύω σαν μοιραία λύση
και σαν Ανατολή και σαν Ανατολή
Βγήκε ο ήλιος το ράδιο διαπασών
μ’ ένα χασάπικο που κλαίει για κάποιον Τάσο
κι εγώ σε ποντάρω κι ύστερα πάω πάσο
σ’ ένα καρέ τυφλών σ’ ένα καρέ τυφλών
Το 1986 συμμετέχει με πέντε τραγούδια του στον πολύ σημαντικό δίσκο του Θάνου Μικρούτσικου "Η αγάπη είναι ζάλη". Εκεί υπάρχει και μια εξαιρετική επανεκτέλεση της "Πιρόγας" (Ερωτικό) από την Χάρις Αλεξίου.
Ο Άλκης Αλκαίος πέθανε στις 12 Δεκεμβρίου 2012 σε ηλικία μόλις 63 ετών.
Ο επόμενος πολύ σπουδαίος δίσκος είναι το "Στου αιώνα την παράγκα", του Μικρούτσικου, όπου ο Αλκαίος υπογράφει 8 από τα τραγούδια του. Εδώ βρίσκουμε μικρά αριστουργήματα όπως τη "Ρόζα", το "Πάντα γελαστοί" και το "Πατησίων και παραμυθιού γωνία".
Ακολουθούν οι δίσκοι "Εντελβάις" (1999) σε μουσική Μάριου Τόκα, "Υπέροχα μονάχοι" (2006) σε μουσική Θάνου Μικρούτσικου, "Οι τροβαδούροι της καρδιάς μου" (2007) με πλήθος καλλιτεχνών-συνθετών και "Ουράνια τόξα κυνηγώ" σε μουσική Βασίλη Παπακωνσταντίνου.Ο Άλκης Αλκαίος πέθανε στις 12 Δεκεμβρίου 2012 σε ηλικία μόλις 63 ετών.
Ο Άλκης Αλκαίος είναι για μένα ο ποιητής που έχει καταφέρει, ίσως καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον, να "παντρέψει" το σουρεαλιστικό στοιχείο στον στίχο με τη γνήσια λαϊκότητα. Είναι συγκλονιστικό να βλέπεις τον απόλυτα λαϊκό άνθρωπο να χορεύει εκστασιασμένος ζεϊμπέκικο και από πίσω ο Μητσιάς να τραγουδάει "στη γη των Βησιγότθων αρμενίζεις..." ή ο Μητροπάνος "πώς η ανάγκη γίνεται ιστορία, πώς η ιστορία γίνεται σιωπή...". Αυτό τον ίδιο άνθρωπο που πριν λίγο μπορεί να χόρευε τσάμικο, ή το απόλυτα γήινο και κατανοητό "Βρέχει φωτιά στη στράτα μου" του Λευτέρη Παπαδόπουλου.
Ο απλός, λαϊκός άνθρωπος αγκάλιασε και έκανε δικά του το "Ερωτικό" και τη "Ρόζα" του Αλκαίου όπως ακριβώς παλιότερα είχε αγκαλιάσει τη "Δραπετσώνα" και το "Βρέχει στη φτωχογειτονιά" του Λειβαδίτη. Μόνο που σ' εκείνα τα τραγούδια ο στίχος ήταν απόλυτα γήινος, λαϊκός, ανθρώπινος. Ο στίχος του Αλκαίου είναι υπερβατικός, σουρεαλιστικός, ονειρικός σχεδόν. Κι όμως καταφέρνει μ' έναν μαγικό τρόπο να περάσει στο πλατύ κοινό και να μιλήσει στην ψυχή του.
Θα κλείσω αυτό το μικρό αφιέρωμα με ένα από τα λιγότερο γνωστά τραγούδια του Άλκη Αλκαίου, την "Σκακιέρα", ένα μικρό διαμαντάκι από τον δίσκο "Η αγάπη είναι ζάλη"
ήταν αγρύπνια και μαράζι
και τίποτ’ άλλο δε ζητούσα
μόνο ν’ αρχίσει να χαράζει.
Γελούσε η κάμαρη σαν ήρθες,
σου έφερα νερό από τη στέρνα,
"όλα θ’ αλλάξουνε" μου είπες
κι εγώ σου φίλαγα τη φτέρνα.
Τώρα την κίνηση κοιτάζεις
σαν τους φαντάρους στην Ομόνοια,
ανοίγεις μια παλιά σκακιέρα
και κουβεντιάζεις με τα πιόνια.
Τα χρόνια που σε καρτερούσα
ήταν αγρύπνια και μαράζι
και δε με νοιάζει που αγρυπνούσα
μα που ακόμα δε χαράζει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου